Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

αρρενωπότητες: ιστορίες για το φύλο κι άλλες σχέσεις εξουσίας

Από το 4ο τεύχος του qvzine: [...] Ξεκινάμε από τις στιγμές που καταλαβαίνουμε να σχετιζόμαστε με την αρρενωπότητα, δηλαδή από τις στιγμές που η έμφυλη συνθήκη σημαδεύει την εμπειρία μας και τις ζωές μας. Προσεγγίζουμε την αρρενωπότητα όχι σαν κάτι που συγκροτεί ένα κάποιο αφηρημένο υποκείμενο, αλλά σαν αυτό που χαρακτηρίζει πολλά και διαφορετικά πρόσωπα, κοντινών φίλων ή εχθρών, τα δικά μας πρόσωπα, τις εαυτές μας. Στη θέση μιας ανάλυσης που θέλει αφηρημένες κατασκευές (όπως: καπιταλισμός, πατριαρχία) απλώς να μας επιβάλλονται, εμείς προσεγγίζουμε την εξουσία μέσα από το πρίσμα της ανάλυσης του φύλου, ως καθημερινές συμπεριφορές, πρακτικές, αντιλήψεις, σχέσεις. Επιλέγουμε να μιλήσουμε όχι σαν καθαρά, αθάνατα υποκείμενα της ιδεολογίας, αλλά σαν εμπλεκόμενοι στις σχέσεις εξουσίας. Θεωρούμε πως με αυτό τον τρόπο μπορούμε, ως ένα βαθμό, να αποδομήσουμε τη σχέση ιεραρχίας ανάμεσα στα δύο «νόμιμα» φύλα.


Ψήγμα ιστορίας πρώτο.
Στην πορεία της μελέτης που είχε ως αποτέλεσμα το τεύχος αυτό, συχνά, εκεί που νομίζαμε ότι έχουμε κατανοήσει την αρρενωπότητα, συνειδητοποιούσαμε ότι αυτή τελικά μας είχε «ξεγλιστρήσει» και σαν σε κύκλο γυρνούσαμε γύρω της, ενώ τα ερωτήματα απλώς πλήθαιναν. Μετά θυμηθήκαμε κάτι που έχουμε ξαναπεί, ότι η δύναμή μας είναι στα ερωτήματά μας, και έτσι συνεχίσαμε.
Ψήγμα ιστορίας δεύτερο.
Επιστρέφοντας στα κείμενά μας αντιληφθήκαμε κάποια στιγμή ότι πολλά από αυτά αντιμετώπιζαν την αρρενωπότητα με συγκαταβατικότητα και σχεδόν συμπάθεια, και τους φορείς της σαν υποκείμενα προς περίθαλψη. Αυτό συνέβη γιατί μπορούμε να παραδεχτούμε πως υπάρχει και μία πολύ οικεία αρρενωπότητα, η δική μας, η εγγύς αρρενωπότητα, αυτή που ζούμε και διεκδικούμε, αυτή που μας καυλώνει, η αρρενωπότητα που καλώς ή κακώς μας κάνει να νιώθουμε ασφάλεια - όταν δηλαδή δεν μας προκαλεί ανασφάλεια. Η αμηχανία όμως μας κυρίευσε όταν συνειδητοποιήσαμε ότι μπορεί και να ξεχνάμε όλη τη βία της εξουσίας που έχουμε υποστεί, εμείς και άλλοι και άλλες γύρω μας. Έτσι αποφασίσαμε ότι πρέπει να καταδείξουμε και αυτή την πτυχή της εμπειρίας μας. Γιατί η κυρίαρχη αρρενωπότητα υποτιμάει και κακοποιεί το αλλόκοτο χωρίς να υφίσταται κυρώσεις. Οπότε για να προχωρήσουμε, χρειαζόμασταν να αναμετρηθούμε και με την κυρίαρχη εκδοχή της αρρενωπότητας που η βία της είχε και έχει υλικές συνέπειες πάνω στα σώματά μας. Και εμείς είμαστε εδώ για να «κρατήσουμε αυτά τα σώματα που πονάνε».
Ψήγμα ιστορίας τρίτο και τελευταίο.
Στην πορεία έκδοσης του τεύχους χρειάστηκε πολλές φορές να τραβήξουμε ορισμένες διαχωριστικές γραμμές ή να επιστρατεύσουμε σχήματα διαβάθμισης της αρρενωπότητας για να ξεχωρίσουμε τις προνομιούχες από τις λιγότερο προνομιούχες αρρενωπότητες. Για παράδειγμα: δεν είναι το ίδιο η σωματική επιβολή ως έκφραση της αρρενωπότητας με το να μιλάς δυνατά. Δεν είναι το ίδιο να είσαι βιαστής με το να είσαι ξερόλας. Και δεν είναι το ίδιο γιατί δεν είναι ίδια η ασκούμενη βία, ο βαθμός παραβίασης των προσωπικών/πολιτικών ορίων της άλλης.
Από την άλλη μεριά, κι αυτές οι γραμμές, αυτά τα σχήματα διαβάθμισης, κάπου κόλλαγαν μέσα στο φορμαλισμό τους. Γιατί οι διάφορες εκφράσεις της αρρενωπότητας δεν αλληλοαποκλείονται, τα όρια είναι πράγματι ρευστά: μια «ήπια» έκφραση αρρενωπότητας μπορεί να σημαίνει, δυνητικά, την απειλή μιας πιο βίαιης έκφρασης, δημιουργώντας έτσι μια συνεχή ανασφάλεια σε αυτούς κι αυτές που δεν έχουν δικαίωμα, βάσει του έμφυλου νόμου, να της αντιπαρατεθούν. Από το σημείο που το χέρι χτυπάει αρρενωπά πάνω στο τραπέζι μέχρι το σημείο που το ίδιο χέρι σηκώνεται για να ρίξει ένα χαστούκι, η απόσταση δεν είναι απαραίτητα μεγάλη. Όταν οικειοποιούμαστε μια τάδε αρρενωπή συμπεριφορά μπορούμε εν δυνάμει να οικειοποιηθούμε και μια επόμενη, πιο βίαιη εκδοχή της - στο βαθμό βέβαια που κάτι τέτοιο μας επιτρέπεται ή έχουμε μάθει να το κάνουμε.
Εμείς λοιπόν, διαπραγματευόμαστε το φύλο όχι σαν μια άχρονη ουσία (οπότε και οι διαχωριστικές γραμμές θα είχαν σημασία), αλλά σαν το αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης των επιταγών ενός κυρίαρχου λόγου. Η αδυναμία μας να «συλλάβουμε» αυτή καθ’ εαυτή την αρρενωπότητα και να τη δούμε όπως «είναι» εξηγείται κι από το γεγονός ότι αυτή συγκροτείται δια μέσου του Λόγου. Ενός Λόγου που εγκαλεί τα υποκείμενα σε ορισμένες θέσεις, τις οποίες όμως εν τέλει δεν μπορούν ποτέ να πάρουν. Να το πούμε κι αλλιώς: η αρχετυπική αρρενωπότητα, με όποια χαρακτηριστικά της αποδίδονται στο εκάστοτε πολιτικό/κοινωνικό πλαίσιο, υπάρχει σαν ιδανικό, σα μια φαντασίωση. Ταυτόχρονα αυτό που (την) (ανα)παράγει στο πεδίο του πραγματικού είναι οι συμβατικές συμπεριφορές, οι χειρονομίες, η στάση του σώματος, ο τρόπος που ένα σώμα καταλαμβάνει ή όχι χώρο και ως εκ τούτου είναι αναγνωρίσιμο ή/και αποδεκτό ή δεν είναι.
 Όλα αυτά, που εν τέλει συνθέτουν τον τρόπο που υπάρχουμε στον κόσμο, στηρίζουν τη δύναμή τους στη συνεχώς επαναλαμβανόμενη εφαρμογή τους που τις περισσότερες φορές γίνεται αντιληπτή ως μια διαδικασία φυσική, όπου δεν έχει χώρο ο αναστοχασμός και άρα η πολιτική επιλογή και δράση. Η δική μας πολιτική στοχεύει, ανάμεσα σε άλλα, να εφεύρει εργαλεία για την κατανόηση της κοινωνικής συνείδησης του φύλου, δηλαδή των Λόγων που χτίζουν το σύστημα πειθάρχησης των έμφυλων ταυτίσεων. Ταυτόχρονα όμως, προσπαθούμε να καταλάβουμε και πώς το φύλο είναι μια συνάρθρωση πρακτικών, συμπεριφορών, σωματικών στάσεων και συναισθηματικών εκφράσεων, πώς είναι με άλλα λόγια η καθημερινή επιτέλεση ενός ρόλου. Ελπίζουμε πως μέσω μιας τέτοιας κατανόησης θα αναπτύξουμε μια εγρήγορση σχετικά με το πού στεκόμαστε ο καθένας και η καθεμία μέσα στις σχέσεις εξουσίας, ποια προνόμια έχουμε και πότε τα χρησιμοποιούμε. Επίσης ελπίζουμε ότι έτσι θα καταδείξουμε και τη φυσικοποιημένη βία της εφαρμογής του φύλου που είναι βασικά αόρατη - και όσο είναι αόρατη θα είμαστε μόνο θύματά της. Παλεύουμε να φέρουμε στο πεδίο του ορατού την έμφυλη συνθήκη, διεκδικώντας χώρο για όλα αυτά που σχεδόν χωρίς κόστος εξοβελίζονται στο πεδίο του μη-πολιτικού, ακριβώς επειδή έχουν πολιτικοποιηθεί ως φύση.
Επιστρέφοντας στο τεύχος, αυτή η πολιτική μας ατζέντα παίρνει σάρκα και οστά μέσα στα κείμενα όπου αναδεικνύουμε αυτή την αρρενωπότητα που έχει μάθει να μη γνωρίζει όρια, που μπορεί να ρισκάρει χωρίς να παίρνει την ευθύνη, να ασκεί βία χωρίς κυρώσεις, να λέει την αλήθεια για τους άλλους χωρίς αυτούς, να επιτηρεί, να καταστέλλει, να επιβάλλεται, να έχει τον απόλυτο έλεγχο για ό,τι συμβαίνει γύρω. Είναι αυτή η «νόμιμη» επιτελεστικότητα του «άνδρα», η δυνατότητα να «φερθείς ως άντρας», ή, αλλιώς, είναι η κυρίαρχη αρρενωπότητα που έχει το προνόμιο να παραμένει στο σκοτάδι την ώρα που κατακλύζει το δημόσιο χώρο. Την ίδια στιγμή, κάθε φορά που το φύλο αναδύεται στο πεδίο του πολιτικού είναι όχι για να σχολιάσει αυτή την επιτέλεση του ανδρισμού και τη βία που συχνά κουβαλάει, αλλά για να μιλήσει για τις γυναίκες. Μέχρι και σήμερα στο εσωτερικό των κινημάτων η «πολιτική για το φύλο» ταυτίζεται με πολιτικές για το «γυναικείο ζήτημα». Αυτό σίγουρα είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει.
Η κυρίαρχη αρρενωπή επιτελεστικότητα παραμένει λοιπόν στο σκοτάδι επειδή είναι αυτή που αναγνωρίζεται ως το καθολικό, το ανθρώπινο: είναι εκείνη που ταυτίζεται με το αιώνιο, το οικουμενικό, το αδιαμφισβήτητο, εξισώνεται με την ιδιότητα του να είσαι «άνθρωπος». Μόνο οι θηλυκότητες και οι αρρενωπότητες των «ξένων» μπαίνουν στο μικροσκόπιο. Γιατί αλήθεια εμφανίζονται συνεχώς ερωτήματα του τύπου «είμαστε αλληλέγγυες με τις γυναίκες στον στρατό, με τους γκέι μπάτσους ή με τους μουσουλμάνους άνδρες;», ενώ από την άλλη ποτέ δεν προβληματοποιείται η έμφυλη θέση εξουσίας των λευκών, δυτικών, στρέιτ ανδρών που έχουν φτιάξει τους θεσμούς εξ ορισμού στα μέτρα τους; Στόχος αυτού του τεύχους λοιπόν είναι μεταξύ άλλων και η θεματοποίηση αυτού του «μη προβληματικού» φύλου που εκλαμβάνεται ως το συνολικό και αδιαπραγμάτευτο.
Είμαστε μακριά από το να προτείνουμε έναν τρόπο ολικής απεμπλοκής από το σύστημα του φύλου, τις μεγάλες αρρενωπές αφηγήσεις, τα έμφυλα ιδεολογικά σχήματα της νεωτερικότητας, τoυ τύπου «το κράτος-πατέρα», «η μητέρα-πατρίδα», ο «ανθρωπισμός». Δεν είναι άλλωστε ζητούμενό μας να χτίσουμε μια άλλη αφήγηση που να ερμηνεύει συνολικά τον κόσμο. Μπορούμε να πούμε, με επίγνωση του ότι ακούγεται ελαφρώς κλισέ, πως πλέον προσανατολιζόμαστε σε μια θεωρία που να χωράει στην πραγματικότητά μας και όχι το αντίστροφο. Για να το κάνουμε όμως αυτό πρέπει πρώτα να αναδείξουμε αυτή την πραγματικότητα και τις σχέσεις εξουσίας που ζούμε στο πετσί μας.
Μιλάμε λοιπόν για την εκπαίδευση στο φύλο στα πλαίσια της πυρηνικής ελληνικής οικογένειας, τις σημασίες που εγγράφονται στα σώματά μας, στις ζωές μας, από την πρώτη κιόλας στιγμή και που χτίζουν την ευτυχία ή τη δυστυχία αυτών των ζωών. Για το τι επιτρέπεται και τι όχι ανάλογα με την έμφυλη σημασιοδότηση και τις ιεραρχίες, για τη βία στο δημόσιο χώρο για το νόημα που έχει για μας, για το κράτος και για τους άλλους. Για την αμφιθυμία που συνοδεύει την έμφυλη επιτελεστικότητα, αλλά και την εξάρτηση της κυρίαρχης κατηγορίας από αυτό που αποκηρύσσεται και εκτοπίζεται από τα καλά φυλασσόμενα σύνορα της κανονικότητας. Μιλάμε για τον τρόπο που τα σώματα στιγματίζονται, καθίστανται ελλειπή, αλλά και αναστοχάζονται και πράττουν ενάντια στο νόμο.
Δεν οραματιζόμαστε κάποια άφυλη ουτοπία ή κάποια ουτοπία γενικά. Δεν ισχυριζόμαστε ότι υπάρχουν a priori καλές και κακές αρρενωπότητες, αλλά μόνο αρρενωνότητες σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα: εκεί όπου συναντιούνται με τους άλλους και τις άλλες μέσα στα δυναμικά πεδία των σχέσεων εξουσίας. Βλέπουμε γύρω μας την πολλαπλότητα των φύλων και των σωμάτων που συνειδητά ή μη δεν ακολουθούν τους προδιαγεγραμμένους κανόνες, αλλά παίζουν μαζί τους ή τους ξαναγράφουν. Και θέλουμε να αναδείξουμε αυτή την πολλαπλότητα, να της δώσουμε χώρο.
Οι αρρενωπότητες αυτού του τεύχους είναι οι εν δυνάμει σχέσεις εξουσίας στις οποίες μπορεί να συμμετέχουμε, και είναι παράλληλα οι εν δυνάμει αρνήσεις εμπλοκής στον ανταγωνισμό εξουσίας και ιεράρχησης του φύλου. Μιλάμε για το φύλο και την εμπειρία του προσπαθώντας να ορίσουμε ή να ακυρώσουμε τον Λόγο που μας έχει κατασκευάσει. Το φύλο και οι κανονιστικές του προσταγές συνεχίζουν παρόλα αυτά να είναι εκεί έξω και εδώ μέσα, και εμείς συνεχίζουμε να καλούμε τις φυσικοποιημένες πολιτισμικές κατασκευές σε μονομαχίες. Πεδίο μάχης ας είναι εκτός από τα σώματά μας και τα θεμέλια της εξουσίας.

θεσσαλονίκη-γιάννενα
δεκέμβριος 2011

Greek history xy. παράρτημα νούμερο ένα.
Παράσταση, αναπαράσταση, μίμηση, διόρθωση, κατασκευή και πάλι απ’ την αρχή.
Η εθνική ταυτότητα κατασκευάζεται μέσα από τις εθνικές αφηγήσεις, τη μνεία στα κατορθώματα των ηρώων, τα μνημεία τους, τις ιστορίες και τις εικόνες τους. Οι αναπαραστάσεις τους στέκονται εκεί, μέσα στην πόλη, μέσα στα μουσεία ή τα σχολικά βιβλία και συμβολίζουν. Λένε κάτι για το παρελθόν, βάζοντας τα θεμέλια για το μέλλον. Μέσα από τη διαδικασία της μίμησης, θεμελιώδης γνωστική στρατηγική, καλούν τα σώματα να ταυτιστούν μαζί τους, για να τους μοιάσουν και γιατί όχι να τους
ξεπεράσουν, στον κοινό εθνικό αγώνα για νέες νίκες. Τα σώματα όμως των ηρώων έχουν και φύλο, και η αναπαράσταση αυτού πρέπει να συστρατευθεί στον εθνικό αγώνα. Πώς όμως να αναπαραστήσεις το έμφυλο σώμα για να εμπνεύσει νίκες, δόξες, τόλμη, ηρωισμό και άλλα τέτοια αρρενωπά; Πώς αναπαρίσταται η σιγουριά, η αποφασιστικότητα, η αδιαλλαξία; Πώς εγγράφονται
τέτοια χαρακτηριστικά στα σώματα, στα βλέμματα, στις στάσεις των ηρώων; Πώς στα δικά μας σώματα; - σε αυτά δηλαδή που φοράμε μόλις σηκωθούμε από το κρεβάτι και σέρνουμε για ώρες στην πόλη και στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους; Αν αυτές οι εικόνες φτιάχτηκαν για να διδάσκουν στα σώματα, στα βλέμματά μας πώς πρέπει να είναι, δεν θα έπρεπε να ήταν εύκολο να
τα μιμηθούμε για να φτάσουμε εύκολα εκεί που μας θέλουν; Αν η Ελένη θα έπρεπε να μοιάζει στην Μπουμπουλίνα κι ο Αντώνης στον λόρδο Βύρωνα, δεν θα έπρεπε η απεικόνιση της Μπουμπουλίνας και του Βύρωνα να μοιάζουν στην Ελένη και τον Αντώνη αντίστοιχα;
Κάπως έτσι αποφασίσαμε να μιμηθούμε τις εικόνες των ηρώων στο πολεμικό μουσείο, παίρνοντας αυτές τις αναπαραστάσεις στην κυριολεξία τους. Έτσι, σταθήκαμε μπροστά σε αυτές τις εικόνες που κατασκευάζουν κάποιες εκδοχές τής έμφυλης εθνικής ταυτότητας και προσπαθήσαμε με τα καθημερινά μας σώματα, βλέμματα και ρούχα να τις ανα-αναπαραστήσουμε, να τους μοιάσουμε, να γίνουμε εκείνοι. Και είδαμε ότι οι στάσεις αυτές των ηρώων είναι άβολες, αφύσικες, και η προσπάθεια να τους μοιάσουμε παράδοξη και αστεία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να τις πάρουμε αυτές τις πόζες. Φυσικά και μπορούμε, γιατί το κάνουμε σε διάφορες στιγμές της μέρας μας, όταν πρέπει να ασκήσουμε εξουσία, να κάνουμε κάποιον να σωπάσει, να αντισταθούμε σε κάποιον άλλο ή όταν θέλουμε να σταματήσουμε να φοβόμαστε. Ως μια τελική αξιολόγηση αυτής της δράσης θα λέγαμε ότι η διαδικασία αυτή της κυριολεκτικής μίμησης κατάφερε να αφήσει εκτεθειμένα τα σύμβολα που οι στάσεις των σωμάτων υπερασπίζονται.


Α όπως αρρενωπότητες... πάλι. παράρτημα νούμερο δύο.
Η αρρενωπότητα, ως δομικό στοιχείο της πατριαρχίας, φέρει όλα εκείνα τα εξουσιαστικά χαρακτηριστικά που ορίζουν, ρυθμίζουν-κανονίζουν, αποκλείουν ή εγκρίνουν-επιβεβαιώνουν τους έμφυλους ρόλους. Συγκροτεί γύρω από τον εαυτό της το διχοτομικό σύστημα των φύλων, δημιουργώντας ιεραρχίες και ανισότητες με σκοπό τη διατήρηση και την αναπαραγωγή της κυρίαρχης έμφυλης συνθήκης. Αυτής της συνθήκης που αναπαράγει τη θηλυκότητα από τις περιφρονήσεις της αρρενωπότητας, αυτής της συνθήκης που εποπτεύει σώματα και επιθυμίες και καταστέλλει ή επιβραβεύει ανάλογα με την ικανότητα αναπαράστασης του έμφυλου ρόλου που καλούμαστε όλες και όλοι να επιτελέσουμε.
Λειτουργώντας έτσι κανονιστικά, η αρρενωπότητα διατηρεί για τον εαυτό της το προνόμιο να δίνει απαντήσεις σε ερωτήματα (που η ίδια θέτει) όπως «ποια σώματα έχουν μεγαλύτερη σημασία», «σε ποια επιτρέπεται να είναι ορατά στο δημόσιο χώρο» ή γενικότερα «σε ποια από αυτά αναγνωρίζεται το δικαίωμα για μια βιώσιμη ζωή». Τα όρια αυτά μέσα στα οποία ορίζεται το «κανονικό» είναι μεταβλητά, καθώς εκτός των άλλων, οι διχοτομήσεις φύλου, τάξης και έθνους αλληλεπιδρούν για να ταπαράξουν.
Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό που παρουσιάζεται ως φυσικό και κανονικό είναι ορισμένο από την κυρίαρχη ομάδα. Αυτή δημιουργεί την ηγεμονική αρρενωπότητα, οι αποκλίσεις από την οποία θα δημιουργήσουν στη συνέχεια μια σειρά από υποδεέστερες αρρενωπότητες. Στο ανταγωνιστικό πεδίο για εξουσία, οι αρρενωπότητες αυτές θα συγκρουστούν ανάλογα με τα χαρακτηριστικά των διχοτομικών συστημάτων που τις συγκροτούν. Κάπως έτσι, η ματσίλα της λαϊκής αρρενωπότητας, για παράδειγμα, θα έρθει αντιμέτωπη με την ηγεμονική αστική αρρενωπότητα, θα αλληλοχλευαστούν, θα καυλώσουν ενδεχομένως η μία με την άλλη, στο τέλος όμως, και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, η ίδια η αρρενωπότητα θα είναι αυτή που θα θριαμβεύσει, αφού σε κάθε περίπτωση, θα αποκειμενοποιηθούν όσες και όσοι δεν θα φέρουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Με την έννοια αυτή, όταν μιλάμε για αρρενωπότητες, μιλάμε αναπόφευκτα και για προνόμια˙ προνόμια που αρκετά από αυτά όλες και όλοι λίγο πολύ φέρουμε, ανάλογα με την έμφυλη, ταξική, φυλετική μας ταυτότητα. Έτσι π.χ. ένας λευκός μεσοαστός αρρενωπός ομοφυλόφιλος άνδρας
βρίσκεται πολύ πιο κοντά στα προνόμια της κανονικότητας από έναν μαύρο εργάτη θηλυπρεπή ομοφυλόφιλο άνδρα, κάτι που συχνά, σκοπίμως παραβλέπεται στις ακτιβιστικές πολιτικές «αστικών δικαιωμάτων», χάριν μιας νεοφιλελεύθερης «ανεκτικότητας», μιας καμουφλαρισμένης ομοφοβίας «πολιτικά ορθής και κοινωνικά αποδεκτής».
Πέρα όμως από το πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεσαι στην κυρίαρχη αναπαράσταση του έμφυλου κοινωνικού σου ρόλου, πέρα από τη συγκρουσιακή αμφιθυμία που παράγει η απόστασή σου αυτή, πάντα η επιτελεστικότητα θα είναι ελλειματική για να μπορεί να αναπαράγει την εξουσία της αρρενωπότητας. Επομένως, το να θέσεις την αρρενωπότητα απέναντί σου ως κάτι ξένο και να
τη λιθοβολείς, αφενός είναι ατελές, αφετέρου είναι ίσως σαν να αναγνωρίζεις στην αρρενωπότητα μια αυθυπαρξία που μοιάζει να τη φυσικοποιεί. Ίσως ο αναστοχασμός μας και ο επαναπροσδιορισμός της αρρενωπότητας μέσω της συλλογικοποίησης του προσωπικού και της αναγωγής του σε πολιτικό να είναι πιο ισχυρά εργαλεία για την αποσταθεροποίηση των κυρίαρχων θέσεών της.

http://www.qvzine.net/exostrefia/autonomo/thess%20gian%20teliko.pdf

http://www.qvzine.net/exostrefia/autonomo/arrenopotita_thes_gian.html 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου